ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ ΜΟΥ

Το σπίτι των ονείρων μου

Όταν γεννήθηκα, ζούσαμε σε ένα σπίτι στο χωριό. Διώροφο, πέτρινο, παλιό. Χτυπημένο από σεισμούς ενός αιώνα. Βαθιές ρωγμές στους τοίχους, οι πληγές του. Καταφύγιο για αράχνες κι άλλα ζωύφια. Στεκόταν όρθιο μαζί με τα δύο αδέρφια του. Τρία σπίτια χτίστηκαν στη σειρά, την ίδια εποχή. Τα Καρταλέϊκα. Σπίτια τριών αδερφών. Το δικό μας ήταν το παλιότερο. Είχε μια τεράστια ξύλινη πόρτα που πάντα αφήναμε ανοιχτή. Δεν είχε κλειδί. Το βράδυ μόνο, κλείναμε από μέσα τη σιδερένια αμπάρα. Ο κατω όροφος ήταν αποθήκη. Έμπαινα μέσα σπάνια, με ηδονικό φόβο. Μια πολύ απότομη σκάλα οδηγούσε στον πάνω όροφο. Τα πρώτα σκαλοπάτια της ήταν πέτρινα, γυαλισμένα από το χρήση. Εκεί μάθαμε για πρώτη φορά τι σημαίνει ο νόμος της βαρύτητας, εγώ κι ο αδερφός μου. 
Στον επάνω όροφο κατοικούσαμε. Ο παππούς και η γιαγιά μου, οι γονείς μου κι εγώ με τον αδερφό μου. Ήταν μεγάλο σπίτι. Ένα μεγάλο δωμάτιο με καφασωτά παράθυρα, η τραπεζαρία. Έτσι το λέγαμε, αλλά δε θυμάμαι να είχε ποτέ μέσα κάποιο τραπέζι. Μια μεγάλη σάλα με τα έπιπλα αντίκες της γιαγιάς μου. Απαγορευμένος χώρος για μας τα παιδιά. Η κουζίνα με το τζάκι. Τα τρία υπνοδωμάτια. Είχα ένα πολύ μικρό δωματιάκι, με μια μικρή, χτιστή στον τοίχο ντουλάπα. Μέσα, κάποια μέρα είχε γεννήσει ένα ποντίκι τα μικρά του. Τα έκρυψα για να μην τα σκοτώσει η γιαγιά μου. Η τουαλέτα ήταν έξω από το σπίτι. Στην πίσω βεράντα. Δύσκολα πήγαινε κανείς εκεί το χειμώνα. Πόσο μάλλον για να κάνει μπάνιο. Θέρμανση δεν υπήρχε. Είχαμε μέσα στη σάλα μια σόμπα πετρελαίου, αλλά την ανάβαμε μόνο στις γιορτές κι όταν είχαμε ξένους.  Ζούσαμε με επίκεντρο την κουζίνα. Εκεί τρώγαμε, εκεί διαβάζαμε, εκεί μαζευόμασταν για να δούμε τα πρώτα σήριαλ στην τηλεόραση. Όλη η γειτονιά! 
Δε μου άρεσε το σπίτι μου. Ήταν πάντα παγωμένο και γεμάτο σκόνη από τους σοβάδες που τρίβονταν. Το σύγκρινα με τα καινούργια σπίτια των φίλων μου και αισθανόμουν άσχημα. Ντρεπόμουν να φέρω κάποιον εκεί. Φοβόμουν πολύ, κάθε φορά που γινόταν σεισμός. Ήταν αδύνατο να μάθω πιάνο, γιατί δεν μπορούσαμε να το ανεβάσουμε στο σπίτι. Δε θα άντεχε το βάρος του το πάτωμα. Το θεωρούσα υποτιμητικό να μένω σε ένα τέτοιο σπίτι. ήθελα να φύγω. Ήθελα να γίνω αρχιτέκτονας, για να φτιάξω ένα καινούργιο, όμορφο σπίτι. Σκεφτόμουν τα υλικά, τη διαρρύθμιση, το σχέδιο. Σχεδίαζα συνέχεια φανταστικά οικήματα. Παρατηρούσα κάθε κτίριο και μέσα μου έκανα μια γρήγορη αξιολόγηση. 

Μέχρι που μεγάλωσα. Πήγα στην Αθήνα για να σπουδάσω. Όχι στην αρχιτεκτονική. Σπούδασα φιλοσοφία, τελικά. Έφυγα από το σπίτι αυτό. Κι από τότε έμεινα σε διάφορα σπίτια, σε διάφορες πόλεις. Έφτιαξα κιόλας δύο δικά μου, έτσι όπως τα ήθελα! Μόνο που στον ύπνο μου, μετά από δύσκολες μέρες, όταν θέλω να βρω γαλήνη και ασφάλεια, πάντα ονειρεύομαι τον εαυτό μου να επιστρέφει σε εκείνο το μικρό δωμάτιο του παλιού μου σπιτιού. Τελικά, εκείνο αποδείχτηκε πως ήταν το σπίτι των ονείρων μου!

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΓΛΥΚΟΠΙΚΡΗ ΠΤΗΣΗ

ΦΟΡΕΜΑΤΑ

Το “La Famille Express”, το “Παναγιώτης” , εγώ και άλλα ναυάγια