ΟΡΚΟΙ ΣΙΩΠΗΣ
Είχε την απόλυτη βεβαιότητα πως δε θα ξεχνούσε ποτέ. “Πώς είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς κάτι τέτοιο;” Κι όμως, ξέχασε εντελώς. Μόνο το γεγονός, όχι τα συναισθήματα. Έσκαψε ένα πηγάδι. Κρύφτηκε. Έδινε όρκους σιωπής και τους έσπαγε δύσκολα. Όλοι έλεγαν για εκείνη, “δύσκολη περίπτωση!” Απέφευγε τα αγγίγματα και τα χαμόγελα.
Έμεινε στο πηγάδι για καιρό. Της άρεσε. Ξέχασε πως το έφτιαξε μόνη της. Αναρωτιόταν συχνά πως βρέθηκε εκεί μέσα. Ήξερε πως δεν ήταν φτιαγμένη να κατοικεί σε πηγάδια. Ούτε εκ περιτροπής. Κάποιες φορές, αποφάσιζε να αναδυθεί προς την επιφάνεια. Γλυστρούσε. Κι όταν κατάφερε τελικά να βγει, δεν απομακρύνθηκε πολύ από την περίμετρο του πηγαδιού. Πάντα την καλούσε η σκοτεινή του γοητεία. Άρχισε να μπαινοβγαίνει. Σταθερότης μηδέν!
Ένιωθε πως δεν υπάρχει διαφυγή. Απελπίστηκε. Και τότε, βγήκε από μέσα της μια κραυγή. Συντονίστηκε όλη της η ύπαρξη. Θυμήθηκε. Κι άρχισε να διηγείται φωναχτά την ιστορία της. Στο όνομα των σιωπηλών κακοποιημένων κοριτσιών.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου