ΜΙΑ "ΠΑΡΙΖΙΑΝΑ" ΣΤΑ ΑΝΑΦΙΩΤΙΚΑ
Κουράστηκε. Αιώνες … ορθοστασίας! Έλυσε τον ιερό κόμβο. Έβγαλε το κόκκινο κραγιόν κι έβαλε κάτι πρόχειρο. Βγήκε από την τοιχογραφία. Κάθησε λίγο να ξεκουραστεί. Ακούμπησε στην ώχρα της Κνωσσού. Γύρισε το βλέμμα κι αντίκρυσε τον ουρανό της Αθήνας. Τον ήλιο της, που μιλάει μια γλώσσα φτιαγμένη μόνο από επίθετα. Του χαμογέλασε. Τον άφησε να εισχωρήσει μέσα της. Φλογερός εραστής! Τη ζωντάνεψε με τα χάδια του. Την ελευθέρωσε. Ορκίστηκε, όμως, να γυρνάει με τη λιακάδα στον ιερό της τοίχο και να ακουμπάει για λίγο εκεί. Μια “Παριζιάνα” στ᾽ Αναφιώτικα. Grew weary. Centuries of standing! Loosened the sacred knot. Removed the red lipstick and slipped into something casual. Stepped out of the wall painting and sat down to rest for a while. Leaned against the ochre of Knossos. Turned around and faced the Athens sky. her sun, speaking a language solely composed of adjectives. She smiled at him. Let him penetrate her being. Such a fiery lover! Revived her with his touch. Set her free....